“Υπάρχει πάντα στην παιδική μας ηλικία μια στιγμή που ανοίγει μια πόρτα και μπαίνει το μέλλον. (Γράχαμ Γκρην)”
“Ονομάζομαι Μαρία και είμαι 43 ετών. Έχω μία κόρη 15 ετών και βιώνω μία αρκετά δύσκολη κατάσταση. Είναι πολύ αντιδραστική, έχει απομακρυνθεί πολύ από εμάς και δεν θέλει να συνεχίσει με το σχολείο, καθώς θεωρεί ότι και να αποφοιτήσει θα καταλήξει σαν εμένα με τον άντρα μου που δουλεύουμε για ένα κομμάτι ψωμί, όπως λέει. Τι μπορώ να κάνω;”
Η οικονομική κρίση που ξέσπασε στην παγκόσμια οικονομία την περίοδο του 2008-2009 έχει αλλάξει τις ζωές πολλών ανθρώπων και οικογενειών, ακόμα και σε αναπτυγμένες χώρες, στις οποίες εκατομμύρια άνθρωποι είναι ή οδεύουν προς τον κίνδυνο της φτώχειας και του αποκλεισμού. Η κρίση είναι ακόμα πιο επώδυνη για τα αδύναμα μέλη της κοινωνίας, κυρίως των φτωχών, ηλικιωμένων και παιδιών, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την επιβάρυνση της σωματικής και ψυχικής τους υγείας. Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες που βιώνει πολύ έντονα την έκταση της οικονομικής κρίσης. Ο δείκτης ανεργίας, η εργασιακή ανασφάλεια, και τα μέτρα λιτότητας, όπως είναι οι περικοπές στον τομέα της υγείας και της πρόνοιας, ολοένα και αυξάνονται. Όλα τα παραπάνω έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην ψυχική ευημερία των ατόμων (Γιωτάκος, 2010). Συγκεκριμένα, από το 2008, οι δείκτες αυτοκτονικότητας έχουν αυξηθεί σημαντικά στις ευρωπαϊκές χώρες (Stuckler et al., 2011), με την Ελλάδα να παρουσιάζει μία αύξηση του 36% την περίοδο μεταξύ 2009-2011 (Economou et al., 2011).
Εντούτοις αναδύεται και μία ακόμη διάσταση, η οποία επηρεάζεται από την κρίση: η κοινωνική ζωή των εφήβων. Οι έφηβοι που βιώνουν τις συνέπειες της κρίσης (π.χ. έλλειψη των απαραίτητων αγαθών προς επιβίωση), βιώνουν έντονα αρνητικά συναισθήματα, τα οποία πολύ συχνά μεταφέρονται από τους γονείς. Μάλιστα, πολλές φορές αυτή η πραγματικότητα ενισχύεται από την απομάκρυνση των γονέων από τα παιδιά τους, καθώς δουλεύουν πολύ για να μπορέσουν να βγάλουν πέρα ή επιλέγουν την απομόνωση ώστε να διαχειριστούν τα προβλήματά τους. Έτσι, κλονίζονται και οι σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας, γεγονός που επηρεάζει και τις σχέσεις με τους συνομηλίκους. Εξάλλου, η έλλειψη των βασικών αγαθών, υποδηλώνει ότι ο έφηβος δεν θα είναι σε θέση να ακολουθήσει τον ρυθμό ζωής ενός μέτριας οικονομικής κατάστασης εφήβου, ο οποίος μπορεί να κάνει πράγματα που απαιτούν χρήματα (π.χ. κινηματογράφος), πράγμα που απομακρύνει τους εφήβους μεταξύ τους. Αξίζει όμως να αναφερθεί το οξύμωρο της πραγματικότητας αυτής, ότι έρευνες αναφέρουν ότι η οικονομική κρίση ενδεχομένως έφερε πιο κοντά τους ανθρώπους, και ιδιαίτερα, τα οικογενειακά μέλη μεταξύ τους, καθώς πλέον, εξαιτίας οικονομικών παραγόντων, τα μέλη έχουν αυξήσει τη συμμετοχή τους σε παντός τύπου οικογενειακές συγκεντρώσεις (Gudmundsdottir et al., 2016).
Στο πλαίσιο αυτής της πραγματικότητας, ο έφηβος καλείται να τα φέρει εις πέρας. Ερευνητές έχουν εντοπίσει το «όπλο» των εφήβων για τη διαχείριση αντιξοοτήτων, το οποίο φέρει το όνομα «ψυχική ανθεκτικότητα». Με τον όρο «ψυχική ανθεκτικότητα» γίνεται αναφορά «σε ένα σύνολο καταστάσεων, το οποίο διακρίνεται από επαναλαμβανόμενους τύπους θετικής προσαρμογής σε ένα πλαίσιο ισχυρών αντιξοοτήτων ή/και επικίνδυνων καταστάσεων» (Masten, 2007). Η σημασία της είναι τόσο μεγάλη για την διαχείριση και την αντιμετώπιση των αντιξοοτήτων από τη μεριά των εφήβων που έχουν διατυπωθεί συγκεκριμένες στρατηγικές προαγωγής της ψυχικής ανθεκτικότητας. Οι στρατηγικές αυτές εστιάζουν σε διάφορες πτυχές της ανάπτυξης των εφήβων, για αυτό και είναι σημαντικό, κατά την οργάνωση των παρεμβατικών προγραμμάτων, να περιλαμβάνεται ένας συνδυασμός αυτών, ώστε να καλύπτονται όλες αυτές οι πτυχές ανάπτυξης των εφήβων, αυξάνοντας έτσι και την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων αυτών (Παυλόπουλος, Γεωργαντή & Μπεζεβέγκης, 2010).
Κλείνοντας, βάσει των παραπάνω αναδύεται μία αρκετά δύσκολη πραγματικότητα, την οποία καλούνται να αντιμετωπίσουν παιδιά και έφηβοι από πολύ μικρή ηλικία. Παρά τις αντιξοότητες, όμως, αναδύεται και μία αισιόδοξη πλευρά, η οποία αντανακλάται στην προαγωγή της ψυχικής ανθεκτικότητας, η οποία μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στην διατήρηση της ισορροπίας της ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων ακόμη και υπό αυτές τις συνθήκες.
Προκύπτει, λοιπόν, ότι ισχυρό «εργαλείο» των εφήβων είναι η ψυχική ανθεκτικότητα. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την ελληνική πραγματικότητα, φαίνεται ότι δεν προάγεται η ψυχική ανθεκτικότητα τόσο έντονα, όσο θα ήταν καλό για τους εφήβους. Η βιβλιογραφία προτείνει ένα σύνολο στρατηγικών που ενσωματώνονται στα διάφορα προγράμματα, όμως, η πρακτική εφαρμογή αυτών των προγραμμάτων δεν φαίνεται να λαμβάνει χώρα ή να είναι τόσο διαδεδομένη στην ελληνική κοινωνία. Εντούτοις κρίνεται αναγκαία η οργάνωση και η εφαρμογή αυτών των προγραμμάτων προαγωγής της ψυχικής ανθεκτικότητας στους εφήβους, καθώς είναι ένα αποτελεσματικός τρόπος διαχείρισης της κρίσης.
Από Αλεξία Σταθάκη