«Εδώ και μήνες έχει μετακομίσει μία καινούργια οικογένεια στον επάνω όροφο. Από την δεύτερη μέρα άρχισα να ακούω περίεργους θορύβους. Φωνές, μαλώματα, πράγματα να σπάνε, τα παιδιά να κλαίνε… Δεν έδωσα σημασία, αν και αγχωνόμουν κάθε φορά που όλα σταματούσαν απότομα. Μία μέρα γνώρισα τους γονείς, πολύ ευγενικοί μου φάνηκαν. Όμως, πέτυχα και την μικρή τους μία μέρα που γυρνούσε από το σχολείο. Είδα κάτι μελανιές και όταν πήγα να την πιάσω έτρεξε πάνω. Τι να κάνω;»
Η παιδική κακοποίηση είναι κάτι παραπάνω από μελανιές και πληγές. Παρότι η σωματική κακοποίηση έχει εμφανή τα σημάδια της, άλλοι τύποι κακοποίησης, όπως είναι η συναισθηματική κακοποίηση και η παραμέληση, έχουν πιο βαθιά σημάδια. Όσο πιο νωρίς, λοιπόν, λάβει βοήθεια ένα κακοποιημένο παιδί, τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες έχει να γιατρευτούν τα «σημάδια».
Υπάρχουν αρκετές μορφές παιδικής κακοποίησης, οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους με ένα κοινό στοιχείο, τις συναισθηματικές επιπτώσεις που έχουν στο παιδί. Τα παιδιά έχουν ανάγκη από σταθερές συμπεριφορές, οργάνωση, όρια και μία αίσθηση ασφαλείας από τους γονείς τους. Παιδιά που υφίστανται κακοποίηση δεν μπορούν να προβλέψουν την συμπεριφορά και την αντίδραση των γονέων τους. Ο κόσμος τους είναι απρόβλεπτος, τρομακτικός και δίχως κανόνες. Παρακάτω αναφέρονται τα κυριότερα και πιο συχνά είδη παιδικής κακοποίησης:
Η σωματική κακοποίηση αναφέρεται στη σωματική βλάβη ή/και τον πόνο του παιδιού. Μπορεί να είναι αποτέλεσμα μίας σκόπιμης προσπάθειας των γονιών να βλάψουν το παιδί, αλλά αυτό δεν ισχύει πάντα, καθώς μπορεί να είναι αποτέλεσμα αυστηρής πειθαρχίας, όπως είναι η τιμωρία με τη χρήση της ζώνης στο παιδί, ή κάποια άλλη σωματική τιμωρία που είναι ακατάλληλη για την ηλικία του παιδιού ή την φυσική του κατάσταση. Μάλιστα, η πλειοψηφία των γονέων ή/και των φροντιστών που κακοποιούν, αναφέρουν ότι οι πράξεις τους είναι προσπάθειες επιβολής της πειθαρχίας στο σπίτι, έτσι ώστε να μάθουν τα παιδιά να συμπεριφέρονται σωστά. Υπάρχει, όμως, μία μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη σωματική τιμωρία ως μορφή πειθαρχίας και τη σωματική κακοποίηση. Η πειθαρχία αποσκοπεί στο να μάθουν τα παιδιά να ξεχωρίζουν το σωστό από το λάθος, όχι να τους δημιουργήσει ένα περιβάλλον όπου θα κυριαρχεί ο φόβος.
«Οι πέτρες μπορούν να μου σπάσουν τα κόκαλα, αλλά τα λόγια δεν θα με πονέσουν ποτέ». Σε αντίθεση με αυτό το γνωμικό, η συναισθηματική κακοποίηση μπορεί να πληγώσει την ψυχική υγεία του παιδιού ή/και την διαδικασία κοινωνικοποίησής του, αφήνοντας τραύματα που δεν μπορούν να θεραπευτούν. Παραδείγματα συναισθηματικής κακοποίησης είναι: η συνεχής ταπείνωση του παιδιού, τα ταπεινωτικά υποκοριστικά και οι άσχημες προσφωνήσεις, η αρνητική σύγκριση με άλλα παιδιά, οι συχνές φωνές, οι καυγάδες, οι απειλές, ο εκφοβισμός, η αδιαφορία ή απόρριψη του παιδιού ως τιμωρία, η περιορισμένη φυσική επαφή με το παιδί-όχι αγκαλιές, φιλιά, ή άλλες συμπεριφορές αγάπης και φροντίδας κ.ά.
Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών είναι μία ιδιαιτέρως περίπλοκη μορφή κακοποίησης, λόγω των δύο κύριων στοιχείων που την χαρακτηρίζουν: η ενοχή και η ντροπή. Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η σεξουαλική κακοποίηση δεν συνεπάγεται πάντα με σωματική επαφή. Εκθέτοντας ένα παιδί σε σεξουαλικές καταστάσεις ή/και σεξουαλικό υλικό, είτε υπάρχει σωματική επαφή είτε όχι, το παιδί δέχεται τις ίδιες συνέπειες. Παρότι οι ιστορίες σεξουαλικής κακοποίησης είναι από μόνες τους τρομακτικές, αυτό που είναι ακόμη πιο τρομακτικό είναι ότι η σεξουαλική κακοποίηση προκαλείται από κάποιο άτομο που το παιδί γνωρίζει και εμπιστεύεται (π.χ. γονείς, συγγενείς κοκ). Ακόμη, σε αντίθεση με την πεποίθηση που επικρατεί, δεν είναι μόνο τα κορίτσια που βρίσκονται σε κίνδυνο. Αγόρια και κορίτσια έχουν ίδιες πιθανότητες να δεχθούν σεξουαλική κακοποίηση.
Εκτός από τους σωματικούς τραυματισμούς και τον σωματικό πόνο που μπορεί να προκαλέσει η σεξουαλική κακοποίηση, μεγάλης έντασης και σοβαρότητας είναι και οι συναισθηματικές και ψυχικές συνέπειες που αυτή επιφέρει. Παιδιά που υφίστανται σεξουαλική κακοποίηση, βιώνουν έντονο το αίσθημα της ντροπής και της ενοχής. Αισθάνονται ότι είναι υπεύθυνα για την κακοποίηση που υφίστανται ή ότι την προκάλεσαν με κάποιον τρόπο. Το γεγονός αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αυτο-απέχθεια και σεξουαλικά προβλήματα καθώς μεγαλώνουν (π.χ. αδυναμία ανάπτυξης στενών διαπροσωπικών σχέσεων). Το αίσθημα ντροπής που βιώνουν κρατάει πίσω τα παιδιά, καθώς ανησυχούν ότι οι άλλοι δεν θα τους πιστέψουν , θα είναι θυμωμένοι μαζί τους κ.ά. Κατά επέκταση, συνήθως, οι αναφορές για σεξουαλική κακοποίηση δεν είναι ψευδείς, οπότε σε περίπτωση που κάποιο παιδί μας εμπιστευθεί και μας μιλήσει για την εμπειρία του, ας το πάρουμε σοβαρά.
Η παιδική κακοποίηση αποτελεί ένα πολύ συχνό φαινόμενο. Αναφέρεται σε συμπεριφορές των γονέων, οι οποίες στερούν τις βασικές ανάγκες του παιδιού, όπως είναι το φαγητό, η ένδυση, η υγιεινή κ.ά. Η παιδική παραμέληση είναι δύσκολο να ανιχνευθεί, καθώς τα παιδιά μπορεί να μην παρουσιάζουν εμφανή σημάδια παραμέλησης. Μάλιστα, μερικές φορές οι γονείς μπορεί να μην είναι σωματικά ή ψυχικά ικανοί για να φροντίσουν το παιδί, λόγω κάποιου τραυματισμού ή κάποιας ψυχικής διαταραχής (π.χ. κατάθλιψη) ή χρήσης αλκοόλ (ή/και άλλων ουσιών).
Όσο πιο γρήγορα ανιχνευθεί ένα περιστατικό παιδικής κακοποίησης, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει το παιδί να αναρρώσει. Παρακάτω περιγράφονται ορισμένες από τις πιο συνήθεις ενδείξεις παιδικής κακοποίησης. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση, η ανίχνευση ορισμένων ενδείξεων δεν σημαίνει ότι το παιδί υφίσταται κακοποίηση. Στόχος είναι να υπάρχει ένα σύνολο ενδείξεων που έχουν αντίκτυπο στη συμπεριφορά και την ανάπτυξη του παιδιού.
Μία πρώτη επαφή με το θέμα της παιδικής κακοποίησης ολοκληρώθηκε. Σε επόμενο άρθρο θα μιλήσουμε για διάφορους μύθους γύρω από το θέμα της παιδικής κακοποίησης, καθώς και θα απαντήσουμε σε συχνές ερωτήσεις σας.
«Ο κόσμος είναι επικίνδυνος, όχι εξαιτίας αυτών που κάνουν το κακό, αλλά εξαιτίας αυτών που το βλέπουν και δεν κάνουν τίποτα για αυτό» A. Einstein
Αλεξία Σταθάκη, Ψυχολόγος